Την Παρασκευή 10 Μάη, μέλη της «Πόλης Ανάποδα – Δύναμη Ανατροπής» σε συνεργασία με τους απολυμένους εργαζόμενους της Coca Cola, πραγματοποίησαν από κοινού συμβολική δράση διαμαρτυρίας ενάντια στο λεγόμενο Zero Waste Lab. Ο χώρος αυτός λειτουργεί μέσα στη ΔΕΘ και αποτελεί τη βασική δράση ενός προγράμματος συνεργασίας του Δήμου Θεσσαλονίκης με την Coca Cola.
Πρόκειται για τεράστια υποκρισία και μια κακοστημένη επιχείρηση ξεπλύματος: η μεγαλύτερη παραγωγός πλαστικών συσκευασιών μιας χρήσης στον κόσμο, συνεργάζεται με έναν Δήμο που έχει αποτύχει παταγωδώς στην ανακύκλωση, για να προωθήσουν το όραμα «μιας πόλης με μηδέν απορρίμματα» και να κάνουν μάλιστα «περιβαλλοντική εκπαίδευση» στα παιδιά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της «περιβαλλοντικής εκπαίδευσης»: μέσα στο κέντρο, υπάρχει ένα πάνελ με πλαστικά αντικείμενα, για να δείξουν στα παιδιά με τι θα μπορούσαμε να τα αντικαταστήσουμε. Μεταξύ άλλων, είχε μια πλαστική οδοντόβουρτσα, που θα μπορούσε, λέει να είναι ξύλινη και μια πλαστική τσατσάρα, που θα μπορούσε να είναι κοκάλινη. Οι οργανωτές βέβαια είχαν «ξεχάσει» να βάλουν και μια πλαστική συσκευασία Coca Cola, η οποία βέβαια αντιπροσωπεύει πολλαπλάσια πλαστικά απορρίμματα από τις τσατσάρες. Την προσθέσαμε εμείς λοιπόν.

Κατά τη διάρκεια της δράσης, οι συμμετέχοντες «επέστρεψαν» συμβολικά στην Coca Cola ελάχιστα από τα εκατομμύρια απορρίμματα που παράγει, σήκωσαν πανό διαμαρτυρίας, μίλησαν με τους εργαζόμενους στο χώρο για να τους εξηγήσουν τις θέσεις τους, μοίρασαν φυλλάδια στους επισκέπτες της Έκθεσης Βιβλίου.
Ακολουθεί το κείμενο που μοιράστηκε.
Η αποτυχία, η υποκρισία και τα συμφέροντα δεν είναι ανακυκλώσιμα!
Από τη μια, ο Δήμος Θεσσαλονίκης
Ένας Δήμος που έχει αποτύχει παταγωδώς στην ανακύκλωση, με το επίσημο ποσοστό να παραμένει καθηλωμένο στο 17%, και τις ανεπίσημες εκτιμήσεις να μιλούν για ένα πραγματικό ποσοστό κοντά στο 10%. Ο λόγος της αποτυχίας, είναι η εξυπηρέτηση των ιδιωτικών συμφερόντων: ο Δήμος έχει αναθέσει την ανακύκλωση στην Ελληνική Εταιρία Αξιοποίησης Ανακύκλωσης, εταιρικό σχήμα που συγκροτήθηκε από τις ίδιες τις εταιρίες που παράγουν συσκευασίες (και άρα ευθύνονται για τον όγκο των απορριμμάτων) και το ιδιωτικό ΚΔΑΥ που ανήκει στην ΟΙΚΟΜΕΤ του κ. Οικονομάκη, γνωστή για τις φριχτές εργασιακές σχέσεις – και το οποίο κάηκε προχθές αφήνοντας την πόλη χωρίς ανακύκλωση. Για να εξυπηρετήσουν τους παραπάνω, έχει υιοθετήσει το παρωχημένο και αναποτελεσματικό μοντέλο του μπλε κάδου, των συγκεντρικών ΣΜΑ και των φαραωνικών ΜΕΑ, αντί του μοντέλου της αποκεντρωμένης διαχείρισης με συμμετοχή των πολιτών και διαχωρισμό στην πηγή. Το αποτέλεσμα: τουλάχιστον το 35% του περιεχομένου των μπλε κάδων, καταλήγει στον υπερφορτωμένο ΧΥΤΑ της Μαυρορράχης, ενώ ο πολίτης πληρώνει δυο και τρεις φορές την ανακύκλωση (μια όταν αγοράζει το προϊόν, μια μέσω των Δημοτικών τελών και μια όταν το ιδιωτικό ΚΔΑΥ τα στέλνει χωματερή και ξαναχρεώνει τον Δήμο).
Από την άλλη, η Coca Cola
Μια πολυεθνική – σύμβολο, η οποία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός συσκευασιών μίας χρήσης στον πλανήτη: πρόσφατα, μετά από τις πιέσεις πολιτών, αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι μέσα σε ένα μόλις χρόνο χρησιμοποίησε 3 εκατ. τόνους πλαστικής συσκευασίας για τα προϊόντα της και να υποσχεθεί (τζάμπα είναι) ότι ως το… 2030 θα ανακυκλώνει μία συσκευασία για κάθε μία που πουλάει. Αντίστοιχα είναι τα δεδομένα για την «3Ε», τον ελληνικό αντιπρόσωπό της πολυεθνικής, η οποία παράγει πολλές ακόμα φίρμες προϊόντων μίας χρήσης, κλεισμένων σε πλαστικές συσκευασίες. Ταυτόχρονα, θυμόμαστε ότι η συγκεκριμένη πολυεθνική έκλεισε πριν από λίγα χρόνια το εργοστάσιο που είχε στην πόλη μας, αφήνοντας άνεργους εκατοντάδες εργαζόμενους. Αντιμέτωπη με τον πολυετή αγώνα των εργαζομένων, την αλληλεγγύη της κοινωνίας και το πιο μακρόχρονο και πετυχημένο μποϊκοτάζ («Ούτε μια γουλιά»), η εταιρεία -εκτός από το να κυνηγά τους εργαζόμενους και να ζητά αστρονομικές αποζημιώσεις- προσέγγισε τον Δήμο και την πάντα πρόθυμη διοίκηση Μπουτάρη, χαρίζοντας χρήματα για να ξεπλύνει το προφίλ της.
Και ανάμεσα τους, το Zero Waste Lab
Αυτοί οι δύο φορείς λοιπόν «ένωσαν τις δυνάμεις τους», όπως λένε, για να κάνουν την Θεσσαλονίκη «ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΙΔΕΩΝ ΚΑΙ ΔΡΑΣΕΩΝ ΤΗΣ COCA-COLA». Κύριος άξονας αυτής της «συνεργασίας» είναι το πρόγραμμα “Zero Waste Cities” το οποίο φιλοδοξεί «να κάνει τη Θεσσαλονίκη την πρώτη πόλη στην Ελλάδα» χωρίς απορρίμματα. Η μεγαλύτερος παραγωγός σκουπιδιών στον κόσμο και ο αποτυχημένος Δήμος συνεργάζονται για να προωθήσουν την «περιβαλλοντική συνείδηση», την ανακύκλωση και -αν έχουν το Θεό τους- την «ιδέα μιας κοινωνίας με μηδέν απορρίμματα». Έστησαν ένα πανάκριβο «Zero Waste Lab», με 3D printer που «μετατρέπει τα ανακυκλωμένα πλαστικά σε έπιπλα για τη γειτονιά σου» και άλλα παιχνίδια για τους ιθαγενείς και -το χειρότερο- καλούν σχολεία και παιδιά, για να τους κάνουν «περιβαλλοντική εκπαίδευση», δηλαδή για να διαφημιστεί η Coca Cola, να ξεπλύνει την αντικοινωνική και αντιοικολογική της δράση και να εξασφαλίσει την «αειφορική» πώληση των καταστροφικών της πλαστικών συσκευασιών. Νιώθουμε ντροπή και οργή: οργή για την Coca Cola, ντροπή για το Δήμο μας.
Απέναντί τους, η δική μας πρόταση
Το μόνο που ανακυκλώνουν τέτοια εργαστήρια είναι η υποκρισία, η αποτυχία, τα οικονομικά συμφέροντα. Και με τέτοια ανακυκλωμένα υλικά, κανένα οικολογικό «όραμα» δεν εξυπηρετείται. Για εμάς, είναι αυτονόητο ότι κάθε πολιτική μείωσης -πόσο μάλλον μηδενισμού- των απορριμμάτων δεν μπορεί παρά να ξεκινά από την ίδια τη βιομηχανία που παράγει και προωθεί απορρίμματα, με τη μορφή κυρίως των συσκευασιών μίας χρήσης, απλά και μόνο γιατί είναι πιο κερδοφόρες. Δεν μπορεί παρά να επιβάλλει την αντικατάστασή τους από επαναχρησιμοποιούμενες συσκευασίες και -ώσπου να γίνει αυτό- να χρεώνει στις επιχειρήσεις που παράγουν και εμπορεύονται αυτές τις συσκευασίες όλο το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος από την παραγωγή απορριμμάτων.
Αυτή είναι και η βάση της δικής μας εναλλακτικής πρότασης για τη διαχείριση των απορριμμάτων: να στρέψουμε επιτέλους την προσοχή όχι μόνο στη διαχείριση, αλλά στην παραγωγή των απορριμμάτων. Να βάλουμε στο στόχαστρο αυτούς που παράγουν απορρίμματα για να κερδοσκοπούν εις βάρος της κοινωνίας, της πόλης και του περιβάλλοντος, από τις μεγάλες πολυεθνικές ως τις αλυσίδες των καφέ, και να επιβάλλουμε -όσο μας επιτρέπουν τα όρια των αρμοδιοτήτων ενός Δήμου- περιορισμούς και τέλη. Μόνο έτσι μπορεί να περιοριστεί ο όγκος των απορριμμάτων και ιδιαίτερα των πλαστικών. Και φυσικά, να υιοθετήσουμε στη συνέχεια ένα δημόσιο μοντέλο διαχείρισης των απορριμμάτων, το οποίο θα βασίζεται στην ανακύκλωση με διαχωρισμό στην πηγή και θα εξασφαλίζει τη συγκομιδή και απόθεση των υπολειμμάτων με κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη.