Διαχείριση Απορριμμάτων

Τι συμβαίνει σήμερα με τη διαχείριση των αστικών στερεών απορριμμάτων

Τα αστικά στερεά απορρίμματα (ΑΣΑ) αποτελούν μία από τις σημαντικότερες αιτίες υποβάθμισης του αστικού και φυσικού περιβάλλοντος με επιπλέον επιπτώσεις οικονομικές και κοινωνικές, απειλώντας την υγεία των πολιτών.

Το πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων είναι από τα πιο σημαντικά και επείγοντα ζητήματα, τόσο με βάση τις επιστημονικές προσεγγίσεις, όσο και σύμφωνα με την ιεράρχηση των ίδιων των πολιτών.

Στην Ελλάδα σήμερα, τα αστικά στερεά απορρίμματα καταλήγουν είτε σε ανεξέλεγκτες χωματερές είτε σε χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) σε όλο και μεγαλύτερες ποσότητες, ενώ τα ποσοστά ανακύκλωσης (< 20%) είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη (50% κατά μέσο όρο).

Με το νέο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) που έφτιαξε η σημερινή κυβέρνηση (συνεχίζοντας την πολιτική που σχεδίασε η προηγούμενη), υιοθετείται μια πολιτική που, στο όνομα του περιορισμού των απορριμμάτων που θάβονται, προκρίνει την καύση των απορριμμάτων, η οποία όμως δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα στο περιβάλλον και την υγεία των κατοίκων των ευρύτερων περιοχών γύρω από τα εργοστάσια καύσης. Η λεγόμενη «ενεργειακή αξιοποίηση» θα γίνεται είτε σε εργοστάσια που θα κατασκευαστούν γι’ αυτόν τον σκοπό από ιδιωτικές επιχειρήσεις, είτε σε υφιστάμενες ενεργοβόρες βιομηχανίες, όπως οι τσιμεντοβιομηχανίες. Για την παραγωγή του απορριμματογενούς καυσίμου προβλέπεται από το ΕΣΔΑ η κατασκευή Μονάδων Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ), ορισμένες εκ των οποίων (όπως οι δύο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, Μαυροράχη και Αγ. Αντώνιος) θα είναι φαραωνικών διαστάσεων και όλες, με την κατασκευή τους μέσω ΣΔΙΤ, θα παραδοθούν στο ιδιωτικό κεφάλαιο ως νέα πηγή κερδοφορίας του, στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης-εμπορευματοποίησης της διαχείρισης των απορριμμάτων.

Είναι προφανές ότι το ενδιαφέρον των πολυεθνικών και εθνικών εταιρειών οφείλεται στο γεγονός ότι η διαχείριση των απορριμμάτων μπορεί να αποφέρει κέρδη. Κέρδη όμως για τους επιχειρηματίες, τα οποία θα προκύψουν από τα επιπλέον οικονομικά βάρη που θα πληρώσουν οι πολίτες με τη μεγάλη αύξηση των τελών καθαριότητας και μάλιστα σε περίοδο οικονομικής κρίσης με τα εισοδήματα συνεχώς να μειώνονται και την ανεργία να αυξάνεται.

Τι κάνει η κυβέρνηση

Οι κυβερνητικές επιλογές για τη διαχείριση των απορριμμάτων τα τελευταία χρόνια προωθούν τη συνολική ιδιωτικοποίηση τόσο της συλλογής σύμμεικτων και ανακυκλώσιμων σε επίπεδο Δήμων, όσο και της επεξεργασίας σε περιφερειακό επίπεδο, με την προώθηση φαραωνικών μονάδων επεξεργασίας και καύσης.

Η κυβέρνηση της ΝΔ με σειρά νομοθετημάτων τα τελευταία χρόνια επιβάλλει στους Δήμους να ακολουθούν τους σχεδιασμούς περιφέρειας και κεντρικής κυβέρνησης στη διαχείριση αποβλήτων, δίνει στους εργολάβους τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν μηχανήματα και εξοπλισμό των Δήμων και κεντρικά έχει νομοθετήσει όχι μόνο την καύση των υπολειμμάτων επεξεργασίας από τις μονάδες ανακύκλωσης κλπ. (SRF-RDF δηλ χαρτί, πλαστικό, ξύλα, υφάσματα κλπ), κάτι που ήδη γίνεται κυρίως σε τσιμεντοβιομηχανίες, αλλά ακόμη και την καύση σύμμεικτων, δηλαδή του πράσινου κάδου.

Όσον αφορά την ανακύκλωση παράλληλα με τον μπλε κάδο και τα ιδιωτικά ΚΔΑΥ, εισάγει ακόμη ένα ιδιωτικό φορέα για τη διαχείριση ανακυκλώσιμων, τα λεγόμενα «σπιτάκια ανακύκλωσης».

Από την άλλη μεριά, η μεγάλη πλειοψηφία των Δημάρχων αποδέχεται την απαξίωση πάνω σε ζητήματα που είναι δικής τους αρμοδιότητας, ξεχνώντας ότι γι’ αυτά ψηφίζονται και είναι υπόλογοι στους πολίτες.

Τι κάνει ο Δήμος Θεσσαλονίκης

Η διοίκηση του Δήμου ακολουθεί πιστά σε όλη τη διάρκεια της θητείας της τις επιταγές της κυβέρνησης της ΝΔ και της Περιφέρειας, δίχως δικό της σχεδιασμό, με προχειρότητα και αδιαφάνεια. Τα αποτελέσματα της απουσίας πολιτικής διαχείρισης τα εισπράττουμε όλοι με την απαράδεκτη κατάσταση που βιώνουμε στις συνθήκες καθαριότητας της πόλης.

Η διοίκηση του Δήμου δεν εφάρμοσε καμιά από τις προβλέψεις του Τοπικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων που είχε συνταχθεί από την ίδια και του οποίου οι δράσεις αφορούσαν:

• καμπάνιες ενημέρωσης – ευαισθητοποίησης για την πρόληψη – επανάχρηση – μείωση αποβλήτων

• κομποστοποίηση – ανάκτηση βιοαποβλήτων σε ποσοστό 40% με καθιέρωση του καφέ κάδου, ανακύκλωση χαρτιού 90%, πλαστικού 70%, μετάλλου 70% κλπ.

• επανασχεδιασμό και εκσυγχρονισμό συνολικά του συστήματος προσωρινής αποθήκευσης και αποκομιδής

• υπογειοποίηση κάδων στο ιστορικό κέντρο

• δημιουργία δύο μεγάλων πράσινων σημείων όπου θα μεταφέρονται μεγάλες ποσότητες ανακυκλώσιμων για διαχωρισμό, προσωρινή αποθήκευση κλπ

• δημιουργία 25 πράσινων νησίδων γειτονιάς, με κατάλληλη χωροθέτηση όπου θα τοποθετηθούν οι κάδοι ξεχωριστής συλλογής ρευμάτων.

• δημιουργία Κέντρου Διαλογής Ανακυκλώσιμων (ΚΔΑΥ).

Όταν τίποτα από τα παραπάνω δεν έχει υλοποιηθεί είναι απορίας άξιο πως στελέχη του Δήμου, αλλά και ο ίδιος ο Δήμαρχος, σε κατά καιρούς δηλώσεις τους υποστηρίζουν ότι ο Δήμος είναι από τους πρωτοπόρους πανελλαδικά στην ανακύκλωση με ποσοστά μάλιστα 25%, τη στιγμή που μπλε κάδοι έχουν αφεθεί στην τύχη τους με μικρό ποσοστό του περιεχομένου τους να είναι αξιοποιήσιμο, τα ΚΔΑΥ που διαχειρίζονται τα υλικά κατά καιρούς καίγονται από αδιευκρίνιστες αιτίες, η διαχείριση ογκωδών και μπαζών γίνεται κι αυτή από ιδιώτες και είναι επίσης προβληματική, ενώ η συλλογή βιοαποβλήτων και οργανικών μηδενική!

Ο Δήμος παράγει συνολικά περίπου 140.000 τόνους απορρίμματα ανά έτος, τα οποία διαχειρίζεται ως εξής:

• Στον ΧΥΤΑ Μαυρορράχης καταλήγουν άμεσα ποσότητες άνω των 110.000 τόνων, και καταβάλλεται στον ΦΟΔΣΑ ποσό 4,5 εκ. ευρώ/έτος, περίπου 40 ευρώ/τόνο.

• Σε αυτά και μόνο για το 2021, πρέπει να προστεθούν άλλα 2,5 εκ./έτος που αναλογούν σε μια επιπλέον επιβάρυνση 20 ευρώ για κάθε τόνο αποβλήτων που θα οδηγείται στην ταφή. Το επιπλέον αυτό χαράτσι το οποίο μάλιστα είναι κλιμακούμενο και θα φτάσει το 2027 τα 50 ευρώ/τόνο, αποτελεί οδηγία της Ε.Ε., την οποία η κυβέρνηση έσπευσε να επιβάλει στους Δήμους, άσχετα αν η ίδια με τις πολιτικές της υπονομεύει σκόπιμα εναλλακτικές μορφές διαχείρισης και ανακύκλωσης.

• Στο επιπλέον κόστος διαχείρισης θα πρέπει να προστεθούν και οι αυξήσεις στα καύσιμα των οποίων το κόστος συνολικά από 7 εκ ευρώ το 2019 εκτινάχθηκε στα 14 εκ. ευρώ το 2022.

• Συνεργεία και επισκευές οχημάτων, παρόλο που ο Δήμος διαθέτει εξοπλισμένα μηχανουργεία και τεχνίτες, ανατίθενται σε ιδιώτες με κόστος 4 εκ. ευρώ.

• Η αγορά οχημάτων και μηχανημάτων δίχως μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό επιβαρύνει τον προϋπολογισμό δίχως να συνεισφέρει αποτελεσματικά στη διαδικασία διαχείρισης.

• Υπάρχει επίσης σκόπιμη ανορθολογική διαχείριση του προσωπικού καθαριότητας, αφού από τα 750 άτομα τα οποία είναι εγγεγραμμένα στην υπηρεσία αυτή, έχουν αποσπαστεί σε άλλες υπηρεσίες περίπου 300.

• Για τη διαχείριση του μπλε κάδου ο Δήμος συνεργάζεται με ιδιωτικό ΚΔΑΥ στο οποίο γίνεται η διαλογή. Μόνο που λιγότερο από το 1⁄2 των ποσοτήτων αξιοποιείται πραγματικά λόγω προβλημάτων που έχουν σχέση είτε με τη διαχείρισή τους από τον Δήμο είτε με τη διαχείριση που γίνεται στο κέντρο διαλογής. Το αποτέλεσμα είναι μεγάλο μέρος των ποσοτήτων να καταλήγει στους ΧΥΤΑ επιβαρύνοντας διπλά τους δημότες, αφού την ανακύκλωση συσκευασιών που τις πληρώνουμε στο σούπερ μάρκετ με την αγορά του προϊόντος την ξαναπληρώνουμε για να τη θάψουμε.

• Όσον αφορά την ανακύκλωση ογκωδών και μπαζών για τα οποία ξοδεύονται εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ για τη διαχείρισή τους από ιδιώτες, τα ποσοστά πραγματικής ανάκτησης είναι και εκεί αμφίβολα.

• Πρόσφατα ο Δήμος προκήρυξε διαγωνισμό αξίας 18 εκ. ευρώ με χρηματοδότηση από το πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης» για την προμήθεια και τοποθέτηση 48 σπιτιών ανταποδοτικής ανακύκλωσης. Πρόκειται για κατασκευές 30τμ που θα ενσωματώνουν αυτόματα μηχανήματα για να ανακυκλώνονται γυάλινα μπουκάλια, αλουμινένιες συσκευασίες, χάρτινα κουτιά, πλαστικές σακούλες κλπ. Θα ανταμείβουν μάλιστα συμβολικά τον χρήστη με ένα είδος κουπονιού το οποίο θα εξαργυρώνεται με τρόπο που θα αποφασίσει ο Δήμος. Πέρα από την έλλειψη ενημέρωσης ή τη διαβούλευση που θα έπρεπε να έχει προηγηθεί εντός και εκτός Δημοτικού Συμβουλίου, εγείρονται ερωτήματα για το υψηλό κόστος κατασκευής (300.000 ευρώ/τμχ), τη χωροθέτηση των 48 συνολικά σπιτιών, και το σημαντικότερο ίσως την αποδοτικότητα αυτής της μεθόδου και την ένταξή της σε ένα συνολικό σχέδιο ανακύκλωσης με προοπτική.

Συμπερασματικά, πρόκειται για μια διαχείριση που ξοδεύει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, χρηματοδοτείται από τα ανταποδοτικά ή από κρατικές και κοινοτικές επιχορηγήσεις και η λειτουργία της αποδεικνύεται ανίκανη να λύσει βασικά ζητήματα καθαριότητας και ευταξίας στην πόλη. Το θέμα είναι ότι παρά την εμφανή αναποτελεσματικότητα αυτής της διαχείρισης, η διοίκηση Ζέρβα την επιδεινώνει περαιτέρω με υποβάθμιση του δημόσιου χαρακτήρα της, με πρόχειρες, χωρίς σχέδιο και οργάνωση, πρωτοβουλίες, με ενίσχυση αναθέσεων στον ιδιωτικό τομέα, με πιστή εφαρμογή των σχεδίων περιφέρειας και κυβέρνησης στην κατεύθυνση ιδιωτικοποίησης του συνόλου της διαχείρισης, δηλαδή και στη συλλογή και την επεξεργασία.

Τα σχέδια περιφέρειας και κυβέρνησης

Τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση της ΝΔ έχει μεταφέρει όλες τις αποφάσεις που θα παίρνονται για μεγάλα έργα απευθείας στο αρμόδιο υπουργείο, βάζοντας στην άκρη περιφέρειες και Δήμους. Ο σκοπός προφανής. Να δοθούν γρήγορα όλα τα μεγάλα έργα αξίας πολλών εκατομμυρίων στο ιδιωτικό κεφάλαιο.

Η γενικότερη κατεύθυνση είναι η δημιουργία φαραωνικών μονάδων επεξεργασίας αποβλήτων (ΜΕΑ) και η προώθηση της καύσης είτε στην τσιμεντοβιομηχανία και άλλα εργοστάσια είτε σε λιγνιτικές μονάδες για παραγωγή ενέργειας είτε σε εργοστάσια καύσης που θα κατασκευαστούν για αυτό τον σκοπό. Μάλιστα σε πρόσφατη τροποποίηση του ΕΣΔΑ αποφασίστηκε ότι για καύση εκτός από τα προδιαλεγμένα απόβλητα μπορούν να χρησιμοποιούνται συνολικά τα σύμμεικτα του πράσινου κάδου.

Η ΠΚΜ αλλά και ο ΦΟΔΣΑ ακολουθούν και αυτοί πιστά την κυβερνητική γραμμή. Σχεδιάζονται δυο ΜΕΑ στον νομό, μία ανατολικά στον Άγιο Αντώνιο και μία δυτικά στη Μαυροράχη. Για τη ΜΕΑ Αν. Θεσσαλονίκης έχει βγει η προκήρυξη για την εκτέλεση και λειτουργία του έργου ύψους 241 εκ. ευρώ, θα χρηματοδοτηθεί από το Δημόσιο και το Ταμείο Συνοχής και θα επεξεργάζεται 150.000 τόνους σύμμεικτων της Αν. Θεσσαλονίκης και Χαλκιδικής. Για τη μονάδα Δυτ. Τομέα έχει προκηρυχθεί διεθνής διαγωνισμός· θα είναι πολύ μεγαλύτερη, θα επεξεργάζεται 300.000 τόνους ετησίως και εκεί θα καταλήγουν σκουπίδια και από άλλους νομούς της περιφέρειας μαζί με τη Θεσσαλονίκη. Η μονάδα αυτή θα κατασκευαστεί με την μέθοδο ΣΔΙΤ. Να σημειώσουμε το τεράστιο ενδιαφέρον που υπάρχει από τη μεριά των εθνικών μας εργολάβων γι’ αυτά τα έργα.

Τόσο οι μονάδες ΜΕΑ που υλοποιούνται όσο και η καύση αποβλήτων υπονομεύουν εξ αρχής την ανακύκλωση και την αποκεντρωμένη, τοπική και φιλική στο περιβάλλον διαχείριση:

• Οι ΜΕΑ θα γίνουν και θα λειτουργούν με ΣΔΙΤ, με τεράστια κόστη κατασκευής και λειτουργίας, ιδιωτικοποιώντας και εμπορευματοποιώντας πλήρως όλη την αλυσίδα της διαχείρισης των απορριμμάτων, με συμβάσεις παραχώρησης που θα ξεπερνούν τα 30 χρόνια και θα κοστίσουν εκατοντάδες εκατομμύρια. Για να έχουν κέρδη οι επιχειρηματίες που θα διαχειρίζονται αυτές τις μονάδες, υπογράφονται δεσμευτικά συμβόλαια με ρήτρες σε βάρος της τοπικής αυτοδιοίκησης και των πολιτών για διάστημα τουλάχιστον 20-30 ετών, για να παρέχονται από την αυτοδιοίκηση οι προσυμφωνημένες ποσότητες απορριμμάτων, πράγμα που θα παγιδεύσει όλο το εθνικό σύστημα διαχείρισης αποβλήτων. Αυτά οδηγούν στην αύξηση των δημοτικών τελών (ήδη στην Ήπειρο αυξήθηκαν 50% τα δημοτικά τέλη εξαιτίας ΜΕΑ με ΣΔΙΤ).

• Αυξάνεται το περιβαλλοντικό και μεταφορικό κόστος, αφού τα σκουπίδια θα ταξιδεύουν ακόμα και περισσότερο από 100χλμ.

• Παραβιάζεται η αρχή της εγγύτητας στη διαχείριση, αλλά και της περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, φορτώνοντας υπέρμετρα περιβαλλοντικά βάρη σε συγκεκριμένες περιοχές.

• Για τη ΜΕΑ στην Μαυροράχη υπάρχουν έντονες αντιδράσεις κατοίκων και φορέων στην περιοχή, όπως αυτές του Φορέα Διαχείρισης Λιμνών και της Δ/νσης Δασών Μακεδονίας Θράκης που αφορούν τη χωροθέτηση του έργου σε προστατευόμενη περιοχή.

• Οι ΜΕΑ οι οποίες θα επεξεργάζονται σύμμεικτα απορρίμματα θα έχουν αναγκαστικά μικρά ποσοστά πραγματικής ανακύκλωσης. Στην ουσία μέσα από επεξεργασία σύμμεικτων, μόνο μέταλλα μπορεί να εξαχθούν για ανακύκλωση. Το SRF–RDF θα τροφοδοτεί τσιμεντοβιομηχανίες, κεραμοποιεία κλπ., αλλά και λιγνιτωρυχεία της περιοχής Κοζάνης–Πτολεμαΐδας, όπου σχεδιάζεται να καταλήγουν απορριμματογενή καύσιμα από τις περιφέρειες Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Θράκης. Τέλος το παραγόμενο κομπόστ είναι κακής ποιότητας (κατάλληλο μόνο για επικάλυψη/αποκατάσταση παλιών λατομείων κλπ.).

• Με την καύση εκπέμπονται αέριοι ρύποι, μέταλλα, διοξίνες και φουράνια (τοξικές ουσίες που μπορούν να προκαλέσουν μεταλλάξεις, καρκινογενέσεις και τερατογενέσεις), καθώς και πολυαρωματικές ενώσεις (ουσίες καρκινογόνες και μεταλλαξιογόνες), όπως και μικροσωματίδια. Οι ρύποι αυτοί έχουν τεράστια χιλιομετρική εμβέλεια και επηρεάζουν απομακρυσμένες περιοχές.

Η δική μας πρόταση

Εισαγωγικά

Ξεκινώντας από το οικονομικό κόστος, μια διαφορετική προσέγγιση στη διαχείριση θα είχε τεράστια οικονομικά οφέλη για τον Δήμο. Με τις σημερινές πολιτικές το κόστος ενδέχεται να τριπλασιαστεί τα επόμενα χρόνια. Κόστος που θα κληθούν να πληρώσουν οι πολίτες (ας μην ξεχνάμε τι γίνεται με την ενέργεια, τις δημόσιες υποδομές όπως οι δρόμοι κλπ.). Εξάλλου ίδιοι είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι που διαγκωνίζονται να πάρουν στα χέρια τους και τη διαχείριση αποβλήτων.

Ο στόχος που έθεσε η κυβέρνηση της ΝΔ για μείωση της υγειονομικής ταφής των αστικών στερεών αποβλήτων σε ποσοστό μικρότερο του 10% έως το 2030 δεν είναι τόσο παράλογος όσο φαντάζει εξαρχής, ούτε εξαγγέλθηκε από ενδιαφέρον για την ανακύκλωση ή την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά έρχεται να προωθήσει με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο τα σχέδια και τις πολιτικές που περιγράφηκαν πιο πάνω.

Αν ο Δήμος, ακολουθώντας μια διαφορετική πολιτική, απέτρεπε από τη διαχείριση που του επιβάλλεται ένα ποσοστό 40%, κάτι που είναι εφικτό, θα είχε πολλά εκατομμύρια ευρώ κέρδος μόνο από την αποφυγή των σημερινών και μελλοντικών χαρατσιών διαχείρισης. Σε αυτά αν προσθέταμε τα κέρδη από την πώληση των προϊόντων ανακύκλωσης και κομποστοποίησης, την είσπραξη του τέλους ανακύκλωσης, τη μείωση εξόδων από καύσιμα, φθορές οχημάτων κλπ, τα οικονομικά οφέλη γίνονται πολλαπλάσια.

Παράλληλα θα μπορούσαν να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σε δομές που θα γίνουν για να κάνουν αυτή τη δουλειά, αφού η αποκεντρωμένη και φιλική προς το περιβάλλον διαχείριση είναι δουλειά έντασης εργασίας, απαιτεί τον ανθρώπινο παράγοντα πρωτίστως για να γίνει σωστά. Σε αντίθεση με τη συγκεντρωτική διαχείριση η οποία απαιτεί επενδύσεις τεραστίων κεφαλαίων με ελάχιστες θέσεις εργασίας.

Όλα αυτά θα μπορούσαν να γίνουν με ένα κλάσμα του κόστους που απαιτούν οι επενδύσεις για τις φαραωνικές ΜΕΑ και τα εργοστάσια καύσης.

Ακόμη η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται με την επαναχρησιμοποίηση πρωτίστως, αλλά και με την ανακύκλωση είναι πολύ μεγαλύτερη από τα κέρδη που μας δίνει η «καύση με ανάκτηση ενέργειας» όπως σχεδιάζεται. Για παράδειγμα, η ανακύκλωση χαρτιού διασφαλίζει 9 φορές μεγαλύτερη ανάκτηση ενέργειας σε σχέση με την αποτέφρωση. Επίσης, η εξαφάνιση προϊόντων, είτε με τη διαδικασία της ταφής (όπως γίνεται σήμερα) είτε μέσω της καύσης όπως σχεδιάζεται, απαιτεί επιπλέον εξορύξεις πρώτων υλών για δημιουργία νέων, που σημαίνει εξάντληση φυσικών πόρων και κατανάλωση ενέργειας.

Η ιεράρχηση των μεθόδων διαχείρισης των απορριμμάτων

Η σημερινή κατάσταση με τις χωματερές και τους ΧΥΤΑ, καθώς και η σχεδιαζόμενη με τα εργοστάσια καύσης (δήθεν «ενεργειακής αξιοποίησης») αποτελούν τις χειρότερες μεθόδους διαχείρισης απορριμμάτων από κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική άποψη.

Με βάση τα πορίσματα της επιστήμης παγκόσμια, υπάρχει μια ιεραρχία των μεθόδων διαχείρισης των απορριμμάτων, που αναδεικνύει τις λύσεις που ωφελούν τις τοπικές κοινωνίες, σύμφωνα με την οποία οι καλύτερες μέθοδοι -κοινωνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά- είναι με σειρά ιεράρχησης:

1) η πρόληψη-μείωση,

2) η επαναχρησιμοποίηση και

3) η ανακύκλωση – κομποστοποίηση.

Οι λύσεις αυτές είναι οι φθηνότερες, προστατεύουν το περιβάλλον, μπορούν να υλοποιηθούν από τις τοπικές κοινωνίες και τα οφέλη να τα καρπωθεί η κοινωνία και όχι οι κερδοσκόποι.

Για τη μείωση των αποβλήτων

• Αυστηρός περιορισμός -στην κατεύθυνση της απαγόρευσης- των συσκευασιών μιας χρήσης και ιδιαίτερα των πλαστικών (ενδεικτικά: πλαστικές σακούλες, συσκευασίες τροφίμων, ποτήρια, μη επιστρεφόμενες φιάλες). Ο περιορισμός αυτός θα γίνεται στην πηγή, δηλ. στις επιχειρήσεις που τις παράγουν ή τις διαθέτουν. Υποχρεωτική στροφή στις επαναχρησιμοποιούμενες και επιστρεφόμενες συσκευασίες μικρού κόστους.

Για την κομποστοποίηση

Τα απόβλητα κουζίνας μαζί τα προϊόντα από τα κλαδέματα κλπ αποτελούν το 40-50% του συνόλου των αποβλήτων. Κι όμως, ο Δήμος δεν εφαρμόζει καμιά σχεδόν πολιτική διαχείρισής τους. Γι αυτό προτείνουμε και διεκδικούμε:

• Παροχή μικρών κάδων κομποστοποιητών για το μπαλκόνι ή τον κήπο σε όσους δημότες επιθυμούν.

• Τοποθέτηση μεγαλύτερων κομποστοποιητών σε πάρκα και κοινόχρηστους χώρους όπου θα μεταφέρονται τα υλικά από τη συντήρηση των πάρκων και τα κλαδέματα, αλλά ακόμη και μέρος των βιοαπόβλητων των λαϊκών αγορών. Η λειτουργία τους μπορεί να γίνεται με ευθύνη των κατοίκων και του Δήμου.

• Κομποστοποίηση κλαδεμάτων/κηπευτικών σε δημοτικές εγκαταστάσεις με αγορές κλαδοτεμαχιστών και άλλων κατάλληλων μηχανημάτων για την παραγωγή κόμποστ ή πέλετ που μπορεί να διατίθεται και στην αγορά.

• Καθιέρωση του καφέ κάδου για συλλογή οργανικών από τα νοικοκυριά. Εδώ η διεθνής εμπειρία λέει ότι χρειάζονται κάδοι των 250 περίπου λίτρων και όχι των 750 όπως ο ΦΟΔΣΑ θέλει να επιβάλει. Ο τρόπος λειτουργίας να είναι ελεγχόμενος, με κλειδί που θα δίνεται στους πολίτες και με σωστή χωροθέτηση.

• Δημιουργία δημοτικών ή διαδημοτικών εγκαταστάσεων αερόβιας ή αναερόβιας χώνευσης για τα προδιαλεγμένα οργανικά. Στην πρώτη περίπτωση μπορούμε να πάρουμε υψηλής ποιότητας κόμποστ, ενώ στη δεύτερη βιοαέριο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για θέρμανση ή κίνηση οχημάτων.

Για τα ανακυκλώσιμα

• Πράσινες γωνιές σε πυκνή διάταξη μέσα στην πόλη σε πάρκα πλατείες κοινόχρηστους χώρους κλπ. όπου θα είναι τοποθετημένοι τέσσερις κάδοι των ρευμάτων ανακύκλωσης, χαρτί, μέταλλο, γυαλί, πλαστικό.

• Πράσινα σημεία, δηλαδή οριοθετημένοι χώροι μέσα στον αστικό ιστό έκτασης περίπου 1 στρ., εξοπλισμένα με κοντέινερ διαλογής, συμπιεστές, δεματοποιητές, όπου θα πηγαίνουν οι δημότες και θα αποθέτουν είδη που δεν μπορούν να πάνε στην ανακύκλωση, όπως στρώματα, έπιπλα, ηλεκτρικό – ηλεκτρονικό εξοπλισμό, έλαια, χρώματα κλπ. Για τον Δήμο Θεσσαλονίκης χρειάζονται τουλάχιστον 2 πράσινα σημεία. Οι χώροι αυτοί θα μπορούν να λειτουργούν και σαν σημεία επανάχρησης ή αξιοποίησης των υλικών.

• Δημοτικό κέντρο διαλογής ΚΔΑΥ, που θα το διαχειρίζεται ο Δήμος ή και σε συνεργασία με άλλους όμορους για την απεξάρτηση από το σύστημα του μπλε κάδου, όπου θα μεταφέρουν τα δημοτικά οχήματα τα υλικά των κάδων ανακύκλωσης για διαχωρισμό, επεξεργασία, εκμετάλλευση των υλικών.

Επιπλέον για τον Δήμο

• Ενημέρωση – ευαισθητοποίηση των πολιτών, αλλά και κοινωνικών επαγγελματικών φορέων για τα οφέλη της μείωσης, επαναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης. Οι όποιες αποφάσεις σχετικά με την ανακύκλωση πρέπει να έχουν τη συναίνεση των πολιτών, οι οποίοι εμπλέκονται ενεργά με τη διαδικασία. Η σωστή και στοχευμένη ενημέρωση για την πρόληψη έχει και άμεσα πρακτικά αποτελέσματα, δηλαδή μείωση των παραγόμενων απορριμμάτων που μπορεί να ξεπεράσει το 5%.

• Όταν λέμε «ανακύκλωση στην πηγή» εννοούμε τον άνθρωπο. Αυτός είναι η πηγή.

• Δημιουργία διεύθυνσης περιβαλλοντικής διαχείρισης στελεχωμένη με το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό. Εκπαίδευση του προσωπικού που απασχολείται στην καθαριότητα και στην ανακύκλωση, στην κατεύθυνση της αποκεντρωμένης και ποιοτικής διαχείρισης. Απαραίτητη προϋπόθεση για να έχει επιτυχία ένας διαφορετικός σχεδιασμός το να είναι οι εργαζόμενοι συμμέτοχοι στη διαδικασία, να την ενισχύουν και να τη διαφυλάττουν.

• Επανασχεδιασμός του συστήματος αποκομιδής Δήμου: θέσεις κάδων, συχνότητα και ωράρια αποκομιδής, εφαρμογή ηλεκτρονικών/ψηφιακών συστημάτων για ελέγχους πληρότητας κλπ.

• Αγορές οχημάτων και μηχανημάτων μετά την ολοκλήρωση του σχεδιασμού ώστε να εξυπηρετούν τους στόχους του σχεδίου. Για παράδειγμα, για συλλογή βιοαποβλήτων δεν χρειάζονται αυτοκίνητα με συμπίεση, καθώς η όλη διαδικασία μπορεί να γίνει με αυτοκίνητα σχετικά μικρά των 5 κυβ. μέτρων.

• Τήρηση των όρων υγιεινής και ασφάλειας για το προσωπικό, έγκαιρη απόδοση των μέσων ατομικής προστασίας.

Για τα ανταποδοτικά τέλη

Η πολιτική της διοίκησης Ζέρβα για τα ανταποδοτικά τέλη είναι κοινωνικά και περιβαλλοντικά άδικη, πρόχειρη κι ατεκμηρίωτη, αντίθετη με το δημόσιο συμφέρον.

Είναι κοινωνικά άδικη γιατί, με τους συντελεστές που προτείνει, στην πραγματικότητα υποχρεώνει τους πολλούς, τους φτωχούς, τους κατοίκους, να πληρώνουν τα τέλη που κανονικά αντιστοιχούν στις επιχειρήσεις. Ενδεικτικά, μια καφετέρια ή ένα ταχυφαγείο αλυσίδας 30 τ.μ., από αυτές που δίνουν κάθε μέρα χιλιάδες συσκευασίες μίας χρήσης, πληρώνει λιγότερα δημοτικά τέλη από ένα διαμέρισμα 85 τ.μ., ενώ προφανώς παράγει πολλαπλάσια απορρίμματα από αυτό.

Γίνεται ακόμα πιο άδικη γιατί ο διαχωρισμός σε ζώνες που υιοθετεί, δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη τα πραγματικά δεδομένα, δηλαδή ποιες γειτονιές είναι φτωχότερες και ποιες παράγουν λιγότερα απορρίμματα κατά κατοικία.

Είναι περιβαλλοντικά άδικη γιατί, τσουβαλιάζοντας όλες τις επιχειρήσεις σε ένα συντελεστή εξαιρετικά χαμηλό σε σχέση με των κατοικιών, δεν δίνει κανένα κίνητρο για μια πραγματική μείωση των απορριμμάτων, εκεί που αυτά παράγονται: στον κύκλο παραγωγής και εμπορίου.

Είναι πρόχειρη και ατεκμηρίωτη γιατί ουσιαστικά ορίζει όλους τους συντελεστές στην τύχη, χωρίς να δίνει κανένα πραγματικό στοιχείο για το πόσα απορρίμματα παράγει κάθε χρήση, παρότι, σύμφωνα με τον νόμο, οι συντελεστές θα πρέπει να βασίζονται σε τέτοιες εκτιμήσεις.

Για να ξεπληρώσει τα προεκλογικά της γραμμάτια, η νέα διοίκηση μείωσε οριζόντια τα τέλη κατά 40% περίπου, αλλά διατηρεί ταυτόχρονα την ίδια άδικη αναλογία. Με αυτό τον τρόπο σπατάλησε ένα αποθεματικό που δημιουργήθηκε τα προηγούμενα έτη, με βάση την υπερχρέωση των κατοίκων κι εξαιτίας της απουσίας επενδύσεων στη δημόσια διαχείριση των απορριμμάτων. Μια πολιτική που οδήγησε στις σημερινές ελλείψεις σε οχήματα, κάδους, μέτρα ασφάλειας, με μια φράση την οικτρή κατάσταση που βρίσκεται η καθαριότητα στη Θεσσαλονίκη.

Η κατασπατάληση του πλεονάσματος στην οριζόντια μείωση, απογυμνώνει τον Δήμο από τους πόρους και τα μέσα του, για να τον καταστήσει τελικά ευάλωτο στις πιέσεις για παραχώρηση των υπηρεσιών στους ιδιώτες. Για αυτό τελικά, είναι ακόμα πιο εχθρική ενάντια στο δημόσιο συμφέρον, ακόμα πιο υποταγμένη στα ιδιωτικά συμφέροντα.

Αντίθετα, το πλεόνασμα θα μπορούσε να επενδυθεί σε μια προσπάθεια απεξάρτησης από το αποτυχημένο μοντέλο της ιδιωτικής ανακύκλωσης και του μπλε κάδου, με τα μηδαμινά ποσοστά ανάκτησης, τα καμένα ΚΔΑΥ, τα εργατικά κάτεργα. Στη δημιουργία ενός νέου μοντέλου δημόσιας διαχείρισης των απορριμμάτων, με ενεργές πολιτικές μείωσης, με διαχωρισμό στην πηγή και πολλαπλά ρεύματα ανακύκλωσης, με ανανέωση και σωστή συντήρηση του στόλου, με τις αναγκαίες προσλήψεις τεχνικού και επιστημονικού προσωπικού.

Διεκδικούμε μια πιο δίκαιη κατανομή των τελών μεταξύ κατοικιών κι εμπορικών χρήσεων και για τον σκοπό αυτό έχουμε υποβάλει στο Δημοτικό Συμβούλιο εναλλακτική πρόταση υπολογισμού των ανταποδοτικών τελών:

·  Ο γενικός συντελεστής για την κατοικία μειώνεται κατά 42% και ο γενικός συντελεστής για τους επαγγελματικούς χώρους αυξάνεται κατά 28%. Το σύνολο είναι κατά 25% ή κατά 4,5 εκατομμύρια ευρώ πλεονασματικό σε σχέση με την εισήγηση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου.

· Με αυτό το πλεόνασμα, προτείνεται η ειδική μείωση για τα φτωχότερα στρώματα με τα μεγαλύτερα προβλήματα (πολύτεκνοι, μονογονεϊκές οικογένειες, άτομα με αναπηρία, άποροι, δικαιούχοι του ΚΕΑ) να αυξηθεί από το 50% στο 75% και -το σημαντικότερο- να προστεθούν σε αυτές τις κατηγορίες και οι άνεργοι/ες.

· Με βάση το νέο μειωμένο γενικό συντελεστή για την κατοικία, μειώνεται κατά αναλογία ο γενικός συντελεστής για τα ακίνητα που χρησιμοποιούνται για μη κερδοσκοπικούς σκοπούς και για τα πανεπιστήμια. Με βάση τους νέους γενικούς συντελεστές, διαμορφώνονται αντίστοιχα οι επιμέρους ειδικοί συντελεστές.

· Τέλος, για το αμέσως επόμενο έτος προτείνουμε:

– Αναπροσδιορισμό των ειδικών κατηγοριών για τους επαγγελματικούς χώρους, με μεγαλύτερη κλιμάκωση των συντελεστών ανάλογα με τον όγκο των παραγόμενων απορριμμάτων.

–  Πιστοποίηση των επιχειρήσεων που αποδεδειγμένα μειώνουν την παραγωγή απορριμμάτων, ώστε να ενταχθούν στο χαμηλότερο συντελεστή.

– Επένδυση του λιμνάζοντος πλεονάσματος στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός νέου δημόσιου μοντέλου διαχείρισης απορριμμάτων και ανακύκλωσης.

Για μια βιώσιμη και περιβαλλοντικά δίκαιη πόλη

Απέναντι στην περιβαλλοντική ευαισθησία αυτών που ανησυχούν για τα πλαστικά καλαμάκια, αλλά προσκυνούν την Eldorado, εμείς αντιπροτείνουμε ένα ριζοσπαστικό οικολογικό πρόγραμμα, το οποίο θα εστιάζει όχι στην κατανάλωση, αλλά στην παραγωγή –και κατ’ επέκταση σε αυτούς που ελέγχουν την παραγωγή. Τα «σκουπίδια» για παράδειγμα, πριν καταλήξουν σε έναν παραγεμισμένο πράσινο ή μπλε κάδο, πριν καν τα αγοράσει ο καταναλωτής (ως εμπορεύματα μίας ή περιορισμένης χρήσης), κάποιος τα έχει σχεδιάσει και παράξει, με σκοπό πάντα το κέρδος. Μόνο παρεμβαίνοντας εκεί, στην παραγωγή των εμπορευμάτων, μπορούμε να περιορίσουμε ριζικά τον όγκο των αποβλήτων και μαζί το οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος της διαχείρισής τους.

Στον αντίποδα της οικολογίας των πλουσίων που ρίχνει την ευθύνη στην υπερκατανάλωση ή τον υπερπληθυσμό των φτωχών, ιχνηλατούμε ένα πρόγραμμα περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, επαναπροσδιορίζοντας την ίδια την έννοια του περιβάλλοντος, ώστε αυτή να περιλαμβάνει το σύνολο των συνθηκών της ζωής στις κοινότητές μας –τον αέρα και το νερό, τις ασφαλείς δουλειές για όλους με δίκαιους μισθούς, την κατοικία, την εκπαίδευση, την υγεία, τις ανθρώπινες φυλακές, την ισότητα, τη δικαιοσύνη.

Γνωρίζουμε ότι οι προτάσεις μας είναι απέναντι στο επιχειρηματικό κατεστημένο και το πολιτικό προσωπικό που το υπηρετεί τυφλά. Για αυτούς τα δημόσια αγαθά (και τα απορρίμματα τέτοια είναι), όπως γίνεται με την ενέργεια, τους δημόσιους χώρους, τη στέγαση, το νερό κ.α., αποτελούν ευκαιρία εύκολου εξασφαλισμένου και γρήγορου πλουτισμού. Για αυτούς δεν υπάρχουν ζωτικές ανάγκες της κοινωνίας και πολύ λίγο νοιάζονται για την επιβίωση και τους όρους αναπαραγωγής της.

Παρόλα αυτά, τέτοιες προτάσεις είναι πραγματικά δίκαιες και ανταποδοτικές στην κοινωνία και στους πολίτες, μπορούν να μειώσουν τη φορολογία, να αυξήσουν θέσεις εργασίας, να προστατέψουν το περιβάλλον. Ακόμη, είναι περιβαλλοντικά δίκαιες γιατί περιέχουν την αρχή της εγγύτητας στη διαχείριση και δεν επιβαρύνουν υπέρμετρα κάποιες περιοχές. Τέλος, βοηθούν στην ανάπτυξη της συλλογικής και κοινωνικής ευθύνης, βάζοντας συμμέτοχο τον πολίτη στη διαχείριση, αλλά και στον έλεγχο των αποφάσεων και πρακτικών που τον αφορούν άμεσα.

Με δύο λόγια….

Γιατί λέμε ΟΧΙ στους ΧΥΤΑ και στις χωματερές

· Επειδή ρυπαίνουν το έδαφος, τα νερά και τον αέρα και από εκεί οι ρύποι περνούν στα φυτά και τα γεωργικά προϊόντα, στα ζώα και στον άνθρωπο

· Επειδή έχουν αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις (απαξίωση γης, πτώση βιοτικού επιπέδου κλπ) για τους κατοίκους των γύρω περιοχών

· Επειδή τα οικονομικά και περιβαλλοντικά βάρη τα πληρώνουν οι πολίτες, διαμέσου των δημοτικών τελών για τη διαχείριση των απορριμμάτων και των φόρων που αντιστοιχούν στο κόστος της περιβαλλοντικής βλάβης.

Γιατί λέμε ΟΧΙ στα εργοστάσια καύσης – ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων

· Επειδή εκπέμπονται αέριοι ρύποι, μέταλλα, διοξίνες και φουράνια (τοξικές ουσίες, που μπορούν να προκαλέσουν μεταλλάξεις, καρκινογενέσεις και τερατογενέσεις), καθώς και πολυαρωματικές ενώσεις (ουσίες καρκινογόνες και μεταλλαξιογόνες), μικροσωματίδια

· Επειδή παρά την υπάρχουσα τεχνολογία αντιρύπανσης, καμία εγγύηση δεν υπάρχει για 100% απόδοση, ούτε βέβαια για την αποφυγή ατυχήματος. Η καύση απορριμμάτων παγκόσμια είναι υπεύθυνη στο μεγαλύτερο ποσοστό για τις εκπομπές διοξινών και φουρανίων στον αέρα

· Επειδή η λειτουργία τους από ιδιωτική επιχείρηση είναι πάρα πολύ ακριβότερη από τη λύση της ανακύκλωσης από δημόσιο ή αυτοδιοικητικό ή άλλο φορέα της τοπικής κοινωνίας

· Επειδή οδηγεί σε οικονομικά βάρη που πληρώνουν οι πολίτες και σε κέρδη για την ιδιωτική επιχείρηση, που θα αναλάβει τη διαχείριση των απορριμμάτων, ενώ οι ιδιώτες που αναλαμβάνουν να διαχειριστούν τα σκουπίδια με αυτή τη μέθοδο θα αποκομίσουν μεγάλα κέρδη και θα τύχουν και σχετικών οικονομικών προνομίων, καθώς η καύση απορριμμάτων βαφτίζεται ΑΠΕ

· Επειδή σχεδιάζονται εργοστάσια που, για να λειτουργήσουν με το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, θα εισάγουν απορρίμματα από το εξωτερικό, μετατρέποντας έτσι την Ελλάδα σε σκουπιδότοπο της Ευρώπης

· Επειδή για να πετύχουν τα εργοστάσια αυτά, πρέπει πρώτα να αποτύχουν οι πολιτικές μείωσης, επαναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης και κομποστοποίησης των απορριμμάτων (αλλιώς δεν θα υπάρχει τίποτα για κάψιμο). Όσο αυτές οι μέθοδοι επιτυγχάνουν, τόσο δεν απομένει ικανοποιητική ποσότητα απορριμμάτων για καύση.

Γιατί λέμε ΝΑΙ στη μείωση, στην επαναχρησιμοποίηση και στην ανακύκλωση-κομποστοποίηση των απορριμμάτων

· Επειδή αποφεύγεται μεγάλο μέρος των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των απορριμμάτων

· Επειδή μειώνονται οι τιμές των προϊόντων, ένεκα αποφυγής περιττών εξόδων (πχ. συσκευασίας) με όφελος για τους καταναλωτές

· Επειδή εξοικονομείται εισόδημα για τους πολίτες (τα επαναχρησιμοποιημένα προϊόντα είναι φθηνότερα)

· Επειδή εξοικονομούνται πόροι (πρώτες ύλες και ενέργεια)

· Επειδή αποφεύγεται μέρος των φόρων που αντιστοιχούν στο κόστος της περιβαλλοντικής βλάβης

· Επειδή δημιουργούνται περισσότερες νέες θέσεις εργασίας σε τοπικό επίπεδο.

· Επειδή καμιά πολιτική διαχείρισης δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική όσο κυριαρχεί το παρόν κοινωνικό και παραγωγικό μοντέλο, με κυρίαρχο το κέρδος των καπιταλιστών

· Επειδή τα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη μπορούν να κατανέμονται κοινωνικά δίκαια, εφόσον η διαχείριση δεν γίνεται από ιδιωτική επιχείρηση, αλλά από φορείς των τοπικών κοινωνιών.


ΟΧΙ στα εργοστάσια καύσης απορριμμάτων και στις χωματερές – ΧΥΤΑ

ΟΧΙ στις Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ)

ΟΧΙ στην ιδιωτικοποίηση – εμπορευματοποίηση της διαχείρισης των απορριμμάτων

ΝΑΙ στην αποκεντρωμένη, ανά Δήμο, διαχείριση με ενεργή συμμετοχή των πολιτών

ΝΑΙ στη μείωση του όγκου των απορριμμάτων με δραστικό περιορισμό των συσκευασιών και ταυτόχρονη εξοικονόμηση φυσικών και ενεργειακών πόρων

ΝΑΙ στην επαναχρησιμοποίηση, διαλογή στην πηγή, ανακύκλωση και κομποστοποίηση των απορριμμάτων.