Διαβάστε τι δήλωσε στις ανακοινώσεις της η δημοτική σύμβουλος της Πόλης Ανάποδα – Δύναμης Ανατροπής, Λουκία Αργυριάδου, κατά την επεισοδιακή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου τη Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023:
«Θα ξαναπιάσω το νήμα από το ζήτημα των αλόγιστων κοπών και τις αδιανόητες στιγμές που υπέστησαν συμπολίτες μας κατά την απόπειρα αποτροπής τους. Μετά από λίγα χρόνια, αν κάτι θα έχει να θυμάται αυτή η πόλη από τη διοίκηση Ζέρβα, θα είναι τα ΙΧ στην Πλατεία Ελευθερίας και τα χιλιάδες κομμένα δέντρα.
Μετά και από τα σημερινά, ας καταλάβει η διοίκηση ότι πρέπει να κάνει ένα βήμα πίσω. Μην ξεχνά άλλωστε ότι στην πραγματικότητα, ειδικά σε αυτό το ζήτημα, είναι μια διοίκηση της μειοψηφίας. Θυμίζουμε ότι κατά την προηγούμενη συνεδρίαση, μόνο 19 σύμβουλοι από τους 47 υπερψήφισαν τις νέες κοπές και σήμερα ελπίζουμε να είναι ακόμα λιγότεροι.
Τέλος, ας παραδεχθεί επίσης η διοίκηση ότι ο κ. Θεοτοκάτος είναι απολύτως ακατάλληλος για τη θέση που του έχει αναθέσει. Το να συμφωνεί ή να διαφωνεί κάποιος με τις κοπές δέντρων είναι ένα θέμα. Το να σέβεται όμως το Δημοτικό Συμβούλιο, τους συμβούλους, τους πολίτες, την κοινωνία της πόλης είναι υποχρέωση της διοίκησης. Ακούσαμε όλοι την βροντερή σιωπή του στην καταδίκη των σημερινών γεγονότων αλλά και με ποιο σκαιό τρόπο τοποθετήθηκε ο κ. Θεοτοκάτος στο προηγούμενο Δημοτικό Συμβούλιο, απέναντι στις αγωνίες των πολιτών: καμία ουσιαστική απάντηση, κανένα επιχείρημα, μόνο ειρωνείες και επιθέσεις: «και λίγα κόβουμε» μας είπε. Προχθές, παρακολουθούσε από πίσω πολίτη, μέλος του σχήματός μας που συμμετείχε στην κινητοποίηση στην Πλατεία Αρχαίας Αγοράς, για να ελέγξει αν όντως έμενε στη γειτονιά. Σήμερα, ευθύνεται για όλη αυτή την επίθεση. Καλούμε λοιπόν την διοίκηση να το απομακρύνει, αν ενδιαφέρεται καθόλου για την συλλογική της αξιοπιστία.
Και πάμε ξανά στο μεγάλο θέμα των ημερών, το έγκλημα στα Τέμπη.
Όπως αναφέραμε και στη συζήτηση για το ψήφισμα, μπορεί να υπάρχουν πολλές αιτίες πίσω από αυτό το έγκλημα, πολλοί ένοχοι: η Hellenic Train, η διοίκηση του ΟΣΕ, η αμαρτωλή σύμβαση 717, ο Άκτωρας, οι Υπουργοί Μεταφορών και όλες οι πρόσφατες κυβερνήσεις. Πίσω όμως από όλα αυτά, υπάρχει μία βασική, κοινή αιτία: η ιδιωτικοποίηση.
Και όταν λέμε ιδιωτικοποίηση, δεν εννοούμε μόνο το ξεπούλημα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στην Trenitalia από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή ήταν απλώς η κορύφωση μιας μακρόχρονης διεργασίας, η οποία μάλιστα έχει επαναληφθεί τις τελευταίες δεκαετίες για πολλά δημόσια αγαθά και υπηρεσίες.
Στην αρχή, τα δημόσια αγαθά, στη συγκεκριμένη περίπτωση οι σιδηροδρομικές μεταφορές, υποβαθμίζονται, απαξιώνονται και δυσφημίζονται στα μάτια της κοινωνίας. Το κράτος αρνείται να κάνει τις αναγκαίες επενδύσεις ή χρησιμοποιεί ακόμα την κοινή δημόσια περιουσία ως λάφυρο και χώρο εξυπηρετήσεων.
Στη συνέχεια, διασπά τον ενιαίο και ισχυρό οργανισμό, εδώ τον ΟΣΕ, σε αποσπασματικές εταιρίες, την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΓΑΙΟΣΕ, ΟΣΕ κοκ., οι οποίες λειτουργούν πια με κριτήριο όχι το δημόσιο συμφέρον, όχι την εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνίας, αλλά την οικονομική τους επιβίωση. Τελικά, πουλά, χαρίζει για την ακρίβεια, το κερδοφόρο κομμάτι στους ιδιώτες και αφήνει στο κράτος, σε ένα κράτος χρεοκοπημένο και ανίκανο για κάθε επένδυση, το ζημιογόνο κομμάτι των δικτύων και της συντήρησης. Το διαλυμένο αυτό δημόσιο στο τέλος αναγκάζεται φυσικά να εκχωρήσει ξανά σε ιδιώτες εργολάβους όλα τα αναγκαία έργα συντήρησης, με τα αποτελέσματα που είδαμε, που βλέπουμε καθημερινά, όπως με τη σύμβαση 717.
Αυτό το σενάριο της ιδιωτικοποίησης το ζήσαμε πανομοιότυπο σχεδόν με τον ΟΣΕ, με τη ΔΕΗ, με τον ΟΤΕ, με τους δρόμους, με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, με τη δημόσια υγεία, με κάθε δημόσιο οργανισμό που υπηρετούσε κοινωνικές ανάγκες. Το ίδιο βλέπουμε σήμερα κιόλας να επιχειρούν με το δημόσιο σύστημα υγείας, με το νερό, το υπέρτατο αυτό φυσικό αγαθό. Το ίδιο θα κάνουν αύριο με την εκπαίδευση.
Πέρα λοιπόν από τα λεπτά της σιγής και τους δημόσιους θρήνους, αν έχουμε κάτι ουσιαστικό να πούμε εμείς ως πολιτικό σώμα, ως το δημοτικό συμβούλιο της πόλης μας, είναι να πάρουμε θέση πάνω σε αυτό το κεντρικό δίλλημα που άνοιξε με τραγικό τρόπο από το έγκλημα των Τεμπών: με τις ιδιωτικοποιήσεις ή με το δημόσιο.
Ήδη, η κοινωνία, παρά την προπαγάνδα ενάντια στο δημόσιο, παίρνει θέση και παίρνει τη σωστή θέση πάνω σε αυτό το δίλλημα: όταν βλέπεις εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να διαδηλώνουν με σύνθημα «οι ζωές μας πάνω από τα κέρδη τους», όταν βλέπεις μαθητές να κρεμάνει «δεν θα ιδιωτικοποιήσετε τις ψυχές μας», το ζήτημα εκεί έξω έχει ήδη τεθεί: ή με τις ιδιωτικοποιήσεις, ή με το δημόσιο.
Εμείς λοιπόν, τοποθετούμαστε καθαρά, χωρίς περιστροφές και αστερίσκους:
Με το δημόσιο, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, ενάντια στη λογική του κέρδους.
Με έναν ενιαίο, δημόσιο, κρατικής ιδιοκτησίας, ΟΣΕ που να προσφέρει ασφαλείς, αξιόπιστες, προσιτές σιδηροδρομικές μεταφορές.
Με μια δημόσια, κρατική ΔΕΗ που να προσφέρει φτηνό ρεύμα και να οργανώσει με δημόσιες επενδύσεις την ενεργειακή μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές.
Με το δημόσιο σύστημα υγείας, με τα δημόσια νοσοκομεία που ο νέος νόμος απειλεί να τα μετατρέψει σε υποκαταστήματα των ιδιωτικών κλινικών. Να θυμίσουμε ξανά εδώ, για χιλιοστή φορά, ότι έχουμε πάρει ως Δημοτικό Συμβούλιο μια ομόφωνη απόφαση που διεκδικεί το άνοιγμα του Λοιμωδών κι η διοίκηση αρνείται να μας ενημερώσει για το αν έχει κάνει κάποια κίνηση για αυτό.
Τέλος, το σημαντικότερο σήμερα, με το νερό ως δημόσιο αγαθό, χωρίς καμία σκέψη για ιδιωτικοποίηση, χρηματιστήριο νερού και ρυθμιστικές αρχές αγοράς, κινήσεις που είδαμε πολύ καλά που οδήγησαν όταν εφαρμόστηκαν στην ενέργεια.
Και πάμε σε εκείνα που εμπίπτουν στις δικές μας αρμοδιότητες, όπου και εκεί αναδεικνύεται η αντίθεση δημόσιο / ιδιωτικό:
Στη Θεσσαλονίκη, λοιπόν, οφείλουμε να διεκδικούμε έναν ενιαίο, δημόσιο ΟΑΣΘ, που να επενδύσει σε νέα λεωφορεία, ώστε να μετακινούμαστε με ασφάλεια κι αξιοπρέπεια. Για να μην κινδυνολογήσουμε, ας το θέσουμε ως ερώτημα: το πρόσφατο περιστατικό με την πυρκαγιά στο λεωφορείο (έχουμε χάσει το μέτρημα πόσα λεωφορεία του ΟΑΣΘ έχουν πάρει φωτιά εν κινήσει), θέτει ζήτημα ασφάλειας των μεταφορών στην πόλη μας; Να θυμίσουμε ότι ο κ. Ζέρβας, εκτός από Δήμαρχος, υποτίθεται ότι είναι μέλος της διοίκησης του ΟΑΣΘ. Ας βγει λοιπόν με αυτή την του ιδιότητα να μας απαντήσει, ή να μας καταγγείλει, ως άλλος Καραμανλής ότι είναι ντροπή μας να θέτουμε ζήτημα ασφάλειας.
Είμαστε ακόμα με τον δημόσιο χώρο, τον δημόσιο χώρο που τόσο βάναυσα καταπατείται από κάθε απόφαση, κάθε πρακτική αυτής της διοίκησης. Γιατί η αλόγιστη κατάληψη όλων των πεζοδρομίων από τα τραπεζοκαθίσματα, είναι ιδιωτικοποίηση του δημόσιου χώρου. Η παραχώρηση της ιστορικής Πλατείας Ελευθερίας στα ΙΧ, είναι ιδιωτικοποίηση δημόσιου χώρου. Η κατασκευή ξενοδοχείων κι εμπορικών κέντρων στο πλαίσιο της λεγόμενης «ανάπλασης της ΔΕΘ», αντί για το μητροπολιτικό πάρκο που τόσο χρειαζόμαστε, είναι ιδιωτικοποίηση δημόσιου χώρου. Οι κοπές των δέντρων στην Τσιμισκή, γιατί όπως είπε ο κ. Θεοτοκάτος, του κάνουν παράπονα οι καταστηματάρχες για τις κάμπιες που μπαίνουν στα μαγαζιά τους, είναι ιδιωτικοποίηση δημόσιου χώρου.
Από το πιο μικρό λοιπόν, τη μια φτελιά στην Τσιμισκή, ως το πιο μεγάλο, το έγκλημα στα Τέμπη με τους δεκάδες νεκρούς αδερφούς κι αδερφές μας, όλα τα ζητήματα συγκλίνουν γύρω από αυτή την κεντρική αντίθεση: με το δημόσιο ή με τις ιδιωτικοποιήσεις.
Συμφωνούμε με την πρόταση δια περιφορά συνεδρίασης για να φωνάξει το Δημοτικό συμβούλιο Θεσσαλονίκης μέσα από ομόφωνο -ελπίζουμε- ψήφισμα, όχι στην ιδιωτικοποίηση του νερού. Γιατί αν η ιδιωτικοποίηση μέσων μεταφοράς φέρνει τόσο θάνατο σκεφτείτε τι μπορεί να συμβεί με την ιδιωτικοποίηση του πιο ζωτικού δημόσιου αγαθού που οφείλουμε ως Δήμος να φροντίζουμε να παρέχεται καθολικά σε όλους τους πολίτες.»