01/05/1909 – Η πρώτη εργατική Πρωτομαγιά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία

Στις αναρτήσεις μας που ανήκουν στη γενική θεματική «Ιστορία Ανάποδη» θυμόμαστε, με αφορμή την επέτειό τους κάθε φορά, λιγότερο ή περισσότερο ξεχασμένες στιγμές της κοινωνικής ιστορίας αυτής της πόλης, στιγμές που φωτίζουν όχι μόνο τον τρόπο που βλέπουμε ως δημοτικό σχήμα το παρελθόν, αλλά και το παρόν και το μέλλον της, στιγμές που κατέγραψε το μέλος και υποψήφιός μας Γιάννης Γκλαρνέτατζης στα βιβλία του «Στιγμές Σαλονίκης».

 

 

Το εργατικό κίνημα εμφανίστηκε στην ημιφεουδαλική αυτοκρατορία των σουλτάνων στα τέλη του 19ου αιώνα με σποραδικές κινήσεις και μικρές, ενίοτε, ατομικές προσπάθειες. Η μόνη μορφή οργάνωσης των εργατών που υπήρχε ήταν αλληλοβοηθητικοί σύνδεσμοι, συνήθως υπό τον έλεγχο των ίδιων των εργοδοτών. Τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα είχαν γίνει μερικές απεργίες, ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές πόλεις της χώρας (Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Μοναστήρι, Σκόπια).1 Η κατάσταση θα αλλάξει δραματικά, μετά την επανάσταση των Νεότουρκων τον Ιούλιο του 1908. Τότε ένα απεργιακό κύμα σαρώνει τις μεγάλες πόλεις και ιδιαίτερα τη Θεσσαλονίκη· «οι απεργοί κυριαρχούν στην πόλη», αναφέρει έκθεση του γαλλικού προξενείου τον Αύγουστο του 1908.2

Στην πόλη υπήρχε ήδη μικρή ομάδα εξαρχικών σοσιαλιστών που, σε επαφή με τους Βούλγαρους Στενούς σοσιαλιστές, είχαν δημιουργήσει το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο. Εκείνη την περίοδο έρχεται από το Βιντίν της Βουλγαρίας κι ο Αβραάμ Μπεναρόγια, που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις που τελικά οδήγησαν στην ίδρυση της Φεντερασιόν.3 Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο ίδιος: «Πέντε εξ Ισραηλίται καπνεργάται, με τον γραμματέα τους Σαμουήλ Σααδί, ολίγοι τυπογράφοι με τον Μπεναρόγια, εμποροϋπάλληλοί τινες, μεταξύ των οποίων ο Αλβέρτος Δάσσα, ραπτεργάται με τον Αβραάμ Χασόν, τριάντα περίπου εν συνόλω τον αριθμόν, συνέπηξαν την πρώτην εργατικήν λέσχην μεταξύ των Ισραηλιτών. Εις εν καφενείον έναντι του Διοικητηρίου έγιναν δύο-τρεις προκαταρκτικαί συσκέψεις και τέλος εις το άνω πάτωμα ενός αλβανικού μαγειρείου επί της οδού Εγνατίας ενοικιάσθη δωμάτιον προς εγκατάστασιν των γραφείων αυτής. Έμβλημα της λέσχης υπήρξε χειρ εργάτου κρατούσα σφυρί».4

Τον Απρίλιο του 1909, όμως, έχουμε μια σημαντική εξέλιξη στην κεντρική πολιτική σκηνή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη νύχτα της 12ης προς 13η Απριλίου (νέο ημερολόγιο) στασίασαν μονάδες του Α΄ Σώματος Στρατού που έδρευαν στην πρωτεύουσα ζητώντας την επιβολή του Σεριάτ (ιερού ισλαμικού νόμου), κάτι που διακήρυξε ο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ δυο μέρες αργότερα, ενώ την ίδια στιγμή αποπεμπόταν ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου Αχμέτ Ριζά, ηγέτης της Επιτροπής «Ένωση και Πρόοδος», ο οποίος είχε περάσει πολλά χρόνια εξόριστος στο Παρίσι. Αμέσως στη Θεσσαλονίκη, το «λίκνο της επανάστασης», όπως επονομαζόταν, οργανώθηκε ένας Στρατός Δράσης (Hareket Ordusu), αποτελούμενος τόσο από τακτικά στρατεύματα όσο και από εθελοντές. Στις 23.4 αυτός ο στρατός έφτασε στην Κωνσταντινούπολη και την επόμενη μέρα την κατέλαβε, μετά από σύντομη μάχη. Τις επόμενες μέρες οι Νεότουρκοι εκθρόνισαν τον σουλτάνο, θέτοντάς τον σε κατ’ οίκον περιορισμό στη βίλα Αλλατίνι στη Θεσσαλονίκη (το σημερινό κτίριο της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, πρώην νομαρχία).5

Η στάση των νεαρών σοσιαλιστικών ομάδων απέναντι στην αντεπανάσταση του Απρίλιου 1909 ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη. Ο Μπεναρόγια κι οι ομοϊδεάτες του συμμετείχαν στον Στρατό Δράσης (ο ίδιος ο δάσκαλος από το Βιντίν ήταν στην ομάδα του Τσερνοπέεφ, ενός εκ των ηγετών της ΕΜΕΟ). Το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο αντιμετώπισε αδιάφορα την αντεπανάσταση και απαξίωσε τους σοσιαλιστές που συμμετείχαν στην εκστρατεία εναντίον του σουλτάνου. Όπως αναφέρει το έντυπο όργανό του: «Πήγαν εθελοντικά να χύσουν το αίμα τους προς υπεράσπιση του Συντάγματος και της ελευθερίας. Αυτό δείχνει ότι η εργατική τάξη στην Ευρωπαϊκή Τουρκία έχει επαναστατικά ένστικτα. Όμως δεν είναι ταξικά συνειδητοποιημένη, δεν δρα σαν μια τάξη με το δικό της πρόγραμμα. Πήγε να χύσει το αίμα της προς υπεράσπιση του Συντάγματος και της ελευθερίας, αλλά δεν χρησιμοποίησε αυτό τον αγώνα για να κερδίσει δικαιώματα για τον εαυτό της. Αυτό σημαίνει ότι πήγε υπό μια αλλότρια σημαία και ακολούθησε το κάλεσμα ενός κόμματος ξένου προς αυτήν».6

Κατά τη διάρκεια της αντεπανάστασης και της εκστρατείας στην πρωτεύουσα τον Απρίλιο του 1909, η Λέσχη διαλύεται για να ανασυγκροτηθεί αμέσως μετά ως Εργατικός Σύνδεσμος Θεσσαλονίκης (Ασοσιασιόν Οβραδέρα ντε Σαλονίκα).7 Παράλληλα, η συμμετοχή στον Στρατό Δράσης αύξησε την απήχηση των συγκεκριμένων σοσιαλιστών. «Μεταξύ των εργατών συγκαταλέγοντο και πολλοί εθελονταί, επιστρέψαντες εκ της “ενδόξου” εκστρατείας κατά του Σουλτάνου και της πρωτευούσης του, οι οποίοι εξήσκουν ιδιατέραν επιρροήν, ως οι πλέον θαρραλέοι», όπως σημειώνει ο Μπεναρόγια.8

Το αυξημένο κύρος της οργάνωσης της επέτρεψε να πάρει κι άλλες πρωτοβουλίες. Η πιο σημαντική ήταν ο δημόσιος εορτασμός της εργατικής Πρωτομαγιάς, για πρώτη φορά στα χρονικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα και πάλι με τα λεγόμενα του Μπεναρόγια: «Η Πρωτομαγιά, η διεθνής αυτή ημέρα των προλεταρίων, εωρτάσθη το έτος εκείνο (1909) από την εργατικήν λέσχην, κατόπιν μεγάλης προπαρασκευής, δημοσίως. Δύο-τρεις συμπαθούντες τούρκοι, βούλγαροι σοσιαλισταί (τυπογράφοι και άλλοι) και πλήθος Ισραηλιτών εργατών εν διαδηλώσει, με ερυθράς σημαίας και μουσικάς παρήλασαν εις τους δρόμους της πόλεως προς μεγάλην κατάπληξιν πάντων. Τούτο αποτέλεσε πράγματι ένα εξαιρετικό γεγονός διά την Θεσσαλονίκην, γεγονός νέο και πρωτοφανές, το οποίον έκαμε ζωηρότατην εντύπωσιν εις όλους, ιδίως όμως εις τους εργάτας. Η λέσχη εκέρδισε έδαφος, ήρχισε να εξασκή γόητρον και αι συμπάθειαί της ολονέν και εμεγάλωναν».9

Βέβαια, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το γεγονός η εργατική Πρωτομαγιά να είχε γιορτασθεί νωρίτερα σε κάποια πόλη της Οθωμανική Αυτοκρατορίας από μερικές δεκάδες άτομα, όπως, π.χ., συνέβη στην πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ελλάδος, όπου από το 1891 ο Σταύρος Καλλέργης προσπαθούσε να διοργανώσει πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις,10 ενώ το 1894, στον ενωτικό εορτασμό, οι σοσιαλιστές Καλλέργης και Πλάτων Δρακούλης, μαζί με τους αναρχικούς Γραμματικό και Ευ. Μαρκαντωνάτο, μίλησαν ενώπιον «50-60 περίπου» συγκεντρωμένων και μερικών ακόμα θεατών.11 Άλλωστε, ακόμη κι αρκετά χρόνια αργότερα οι πρωταγιάτικες συγκεντρώσεις στην Αθήνα παρέμεναν μικροσκοπικές. Ο ίδιος ο Μπεναρόγια, που βρέθηκε εξόριστος στην Ελλάδα, συμμετείχε και μίλησε στην αντίστοιχη συγκέντρωση του 1912, η οποία, σύμφωνα με τη μαρτυρία του, διαλύθηκε από τους χωροφύλακες, που οδήγησαν «όλους υπό συνοδείαν –καμμιά εικοσιπενταριά εν όλω– εις την διεύθυνσιν της αστυνομίας».12 Το σίγουρο είναι πως η συγκέντρωση του 1909 στη Θεσσαλονίκη ήταν ο πρώτος μαζικός εορτασμός της εργατικής Πρωτομαγιάς στη χώρα.

Η μεγάλη επιτυχία της πρωτομαγιάτικης διαδήλωσης μπορεί να ενίσχυσε το κύρος των σοσιαλιστών και να έδωσε ελπίδα στα εργατικά στρώματα της πόλης, αλλά προκάλεσε και την αντίδραση του νεοτουρκικού κομιτάτου. Οι Νεότουρκοι, ενώ στήριξαν τις απεργίες το προηγούμενο καλοκαίρι, καθώς αυτές ενίσχυαν την επανάστασή τους, και είχαν πολεμήσει μαζί με τους σοσιαλιστές εθελοντές τον προηγούμενο μήνα, τώρα –που είχαν ξεμπλέξει με την απολυταρχική αντίδραση του σουλτάνου– στρέφονταν εναντίον του συνδικαλισμού και του σοσιαλισμού, που φαινόταν να απειλεί την παντοδύναμη εξουσία τους. Το αμέσως επόμενο διάστημα θα εμφανιστούν οι νόμοι του Φερίτ Πασά, που προσπαθούν να καθυποτάξουν το συνδικαλιστικό κίνημα και να επιβάλλουν απαγορεύσεις στο δικαίωμα της απεργίας. Η αντίσταση εναντίον αυτών των νόμων θα αποτέλεσει το επόμενο βήμα των αγώνων που οδήγησαν στην ίδρυση της Φεντερασιόν, τρεις σχεδόν μήνες μετά την Πρωτομαγιά του 1909.13


1 Archives Huysmans, Rapport de la Fédération Ouvrière Socialiste de Salonique au Congrès de Copenhague [Αναφορά της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ομοσπονδίας Θεσσαλονίκης στο Συνέδριο της Κοπεγχάγης], 1910, στο Κωστής Μοσκώφ, Εισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης: Η διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα, 3η έκδ., Καστανιώτης, Αθήνα 1988, σ. 344.

2 Κ. Μοσκώφ, ό.π., σ. 338.

3 Περισσότερα για τις διεργασίες που οδήγησαν στη δημουργία της Φεντερασιόν, βλ. Γιάννης Γκλαρνέτατζης, Στιγμές Σαλονίκης θερινές, Ακυβέρνητες Πολιτείες, Θεσσαλονίκη 2016, σ. 53-64.

4 Γιάνης Κορδάτος, Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, 7η έκδ., Μπουκουμάνης, Αθήνα 1972, σ. 238-239.

5 Bernard Lewis, Η ανάδυση της σύγχρονης Τουρκίας, Τόμος Ι: Τα στάδια της ανάδυσης, μτφρ. Πητ Κωνσταντέας, Παπαζήσης, Αθήνα 2001, σ. 434-437.

6 Rabotnicheska Iskra [Εργατική Σπίθα], 16.5.1909, στο The Balkan Socialist Tradition: Balkan Socialism and the Balkan Federation, 1871-1915, Revolutionary History, Vol. 8, No 3, Λονδίνο 2003, σ. 104 (μτφρ. του συγγραφέα).

7 Κ. Μοσκώφ, ό.π., σ. 341.

8 Γ. Κορδάτος, σ. 238.

9 Ό.π., σ. 239.

10 Μια ντουζίνα το 1891, περίπου 30 άτομα το 1892, ενώ για το 1893 αναφέρονται 500 άτομα! Δημήτρης Τρωαδίτης, Ο ήλιος της Αναρχίας ανέτειλε: Για μια ιστορία του αναρχικού κινήματος στον «ελλαδικό» χώρο, Ελευθεριακές Εκδόσεις Κουρσάλ, Θεσσαλονίκη 2017, σ. 375.

11 Γ. Κορδάτος, ό.π., σ. 65-67∙ Δ. Τρωαδίτης, ό.π. σ. 376-378, όπου αναφέρεται (με επιφύλαξη) ότι «κάπου έγινε λογος για 6.000» συγκεντρωθέντες, αλλά με βάση τα όσα ξέρουμε για το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, τόσο αυτός ο αριθμός όσο κι οι 500 του 1893 (βλ. προηγούμενη υποσημείωση) φαντάζουν υπερβολές που μπορούν να προκύψουν μόνο αν κανείς μετρούσε και τους περαστικούς.

12 Αβραάμ Μπεναρόγια, Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, Κομμούνα, Αθήνα 1986, σ. 71

13 Κ. Μοσκώφ, ό.π., σ. 342-343.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *